Σχετικά με την βιοψία του προστάτη θα πρέπει να τονισθούν τα παρακάτω σημεία:
Ο μόνος τρόπος μέχρι σήμερα για να διαγνωσθεί οριστικά και με ακρίβεια ο καρκίνος του προστάτη είναι η διενέργεια βιοψίας με την ιστοπαθολογική επιβεβαίωση που ακολουθεί.
Δεν υπάρχει μέχρι σήμερα καμία αιματολογική ή ακτινολογική/απεικονιστική (αξονική ή μαγνητική τομογραφία κτλ) ή οποιαδήποτε άλλη, εκτός από την βιοψία, μέθοδο, η οποία να θέτει με αξιοπιστία την διάγνωση του καρκίνου του προστάτη.
Η εξέταση αίματος του PSA, η δακτυλική εξέταση και το διορθικό υπερηχογράφημα του προστάτη – καθεμία εξέταση μεμονωμένη ή ακόμη και όλες μαζί συνδυαστικά – δεν μπορούν να διαγνώσουν τον καρκίνο του προστάτη. Μπορούν μόνο να θέσουν την υποψία ύπαρξης κακοήθειας του προστάτη.
Ο προστάτης είναι ένα από τα ελάχιστα ανθρώπινα όργανα, όπου οι βιοψίες εξακολουθούν να διενεργούνται στα τυφλά. Αν και οι βιοψίες του προστάτη διενεργούνται με την καθοδήγηση του διορθικού υπερηχογραφήματος, στη πλειοψηφία των περιπτώσεων ο καρκίνος του προστάτη δεν αναγνωρίζεται με καμία συμβατική απεικονιστική μέθοδο, οπότε οι βιοψίες του προστάτη διενεργούνται όντως στα τυφλά. Το διορθικό υπερηχογράφημα κατά την διάρκεια της βιοψίας βοηθά κυρίως στην αναγνώριση του προστάτη γενικώς και στη λήψη βιοψιών από διαφορετικά σημεία.
Με την βοήθεια της Ιστολογικής Σάρωσης (HistoScanningTM) δίδεται για πρώτη φορά η δυνατότητα απεικόνισης του καρκίνου του προστάτη με πολύ υψηλότερη ακρίβεια, που προσεγγίζει ακόμα και το 100%, σε σύγκριση με τις προηγούμενες συμβατικές μεθόδους (μαγνητική τομογραφία, διορθικό υπερηχογράφημα με triplex ή power doppler ή ακόμα και με ελαστογραφία κτλ).
Ακόμα και με την διορθικά κατευθυνόμενη βιοψία, η οποία είναι η εξέταση αναφοράς για την διάγνωση του καρκίνου του προστάτη, μόνο ένα μικρό τμήμα του προστάτη λαμβάνεται, με αποτέλεσμα πολλές περιπτώσεις καρκίνου του προστάτη να μην διαγιγνώσκονται τελικά. Στοιχεία από πρόσφατες μελέτες στις ΗΠΑ δείχνουν ότι καρκίνος διαγιγνώσκεται 1 στις 3 περιπτώσεις βιοψιών που διενεργούνται. Μία αρνητική βιοψία δεν αποκλείει πλήρως την ύπαρξη καρκίνου, αφού το 30% των ανδρών με αρχική αρνητική βιοψία θα αποδειχθεί ότι έχει τελικά καρκίνο στον προστάτη σε επόμενη βιοψία.
Μετά την παραλαβή των βιοψιών του προστάτη, το έργο του παθολογοανατόμου είναι να εκτιμηθεί η έκταση του καρκίνου σε κάθε τεμάχιο βιοψίας. Αυτό συνήθως μετράται σε mm, ή ως ποσοστό του μήκους του τεμαχίου. Το δεύτερο καθήκον του παθολογοανατόμου είναι να προσδιορισθεί η πιθανή βιολογική επιθετικότητα του όγκου δίνοντας μια αριθμητική τιμή κατάταξης μεταξύ 1-5 για τον κυρίαρχο μοτίβο του όγκου σε κάθε τεμάχιο βιοψίας. Ένας ιστός μ’ ένα σκορ κάτω από το 3 σπάνια έχει τα χαρακτηριστικά του καρκίνου. Μόλις το κυρίαρχο πρότυπο έχει προσδιορισθεί ο παθολογοανατόμος δίδει μια δευτερεύουσα βαθμολογία. Αυτό δίνεται στο επόμενο πιο κυρίαρχο μοτίβο του καρκίνου του προστάτη στο δείγμα. Τα αποτελέσματα μπορούν να παρουσιαστούν ξεχωριστά (για παράδειγμα 3 + 3) ή το άθροισμα των δύο, στη συγκεκριμένη περίπτωση με τον αριθμό 6. Αυτό το σύστημα βαθμολόγησης επινοήθηκε από έναν παθολόγο που ονομάζεται Gleason και ως εκ τούτου αναφέρεται ως Gleason σκορ και / ή το άθροισμα κατά Gleason. Η απόδοση ενός Gleason σκορ σ’ ένα δείγμα καρκίνου του προστάτη παραμένει μία σχετικά υποκειμενική διαδικασία και εξαρτάται από την ικανότητα και την εμπειρία του παθολογοανατόμου.
Αναλυτικότερα για την βιοψία του προστάτη διαβάστε εδώ ή το ειδικό ενημερωτικό έντυπο του ιατρείου.